ΣΧΟΛΙΟ Σ.ΔΑΝΑΛΗ
Κύριε Μανδραβέλη πολύ σωστό το άρθρο σας Πράγματι αυτήν την φορά έχει δίκηο η ΓΕΝΟΠ -ΔΕΗ ,απελευθέρωση σημαίνει ότι όποιος ιδιώτης θελει να ανταγωνιστεί την ΔΕΗ ,αγοράζει ορυχεία λιγνίτη κατασκευάζει μονάδα παραγωγής και παράγει ρεύμα φθηνότερο απο την ΔΕΗ . Στην τελευταία δημοπρασία των λιγνιτοφόρων περιοχών ,νομίζω στην Βεύη ,το κράτος απαγόρευσε να μετέχει η ΔΕΗ γι αυτόν τον λόγο. Είναι μια επένδυση πολύ μεγάλη και θα αργήσει να αποδώσει ,και τέτοιες επενδύσεις δεν αρέσουν στους Ελληνες κεφαλαιούχους . Η λύση της ιδιωτικοποίησης στην ενέργεια πρέπει να είναι αυτή και μόνο ΑΠΛΗ ΚΑΙ ΞΕΚΑΘΑΡΗ . Σήμερα υπάρχει μία μορφή απελευθέρωσης με την " οριακή τιμή κιλοβατόρας του συστήματος " εφαρμόσθηκε επι υπουργίας κου Φωληα επι Ν.Δ, με προεργασία που είχε γίνει επι Υπουργίας Τζοχατζόπουλου . Το σύστημα αυτό δημιουργεί κρατικοδίαιτους παραγωγούς ρεύματος οι οποίοι χωρίς κανένα ρίσκο απολαμβάνουν υψηλά κέρδη τα οποία επιδοτούνται απο τις ζημιές της ΔΕΗ . Και ευτυχώς που έβρεξε ο καλός θεός τα 2 τελευταία χρόνια και τα υδροηλεκτρικά τους χάλασαν την συνταγή . Η ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ όμως είναι και αυτή μέρος του προβλήματος ,θέλει συνδιοίκηση για να μην αλλάξει τίποτε και η ΔΕΗ να παραμείνει ως έχει ώστε να μην θιγούν τα συμφέροντα του προσωπικού . Οταν όμως θα φανεί ο ικανός επενδυτής με το χαμηλό κόστος τότε θα πρέπει να γίνει ότι έγινε και στον ΟΤΕ , να απολυθεί το μισό προσωπικό για να εξακολουθήσει να είναι ανταγωνιστική . Και τότε ο θεός να βάλει τοχέρι του.
Σχολίασε ο/η ΔΑΝΑΛΗΣ ΣΠΥΡΟΣ | 17:33:47, Αύγουστος 6th, 2010
ΟΙ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΕΗ
Tου Πασχου Μανδραβελη
Πέρα από τα αίματα με τα οποία μας απειλεί ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ κ. Νίκος Φωτόπουλος, λέει και ενδιαφέροντα πράγματα, όπως όσα είπε στη γενική συνέλευση των μετόχων της ΔΕΗ (29.6.2010). Τον πρώτο μύθο που γκρέμισε ήταν αυτός της κερδοφόρου επιχείρησης. «Υστερα από 5 συνεχιζόμενα έτη πτωτικής πορείας (με εξαίρεση το 2007 λόγω εισροής κεφαλαίων από την πώληση της TELLAS), πέρυσι η ΔΕΗ έκλεισε με θετικά οικονομικά αποτελέσματα της τάξης των 693 εκατομμυρίων ευρώ», είπε, αλλά ταυτοχρόνως συμπλήρωσε ότι αυτή η κερδοφορία είναι πρόσκαιρη και οφείλεται σε δύο ανεξάρτητους της επιχείρησης λόγους: «στην εξοικονόμηση 894 εκατ. ευρώ από τις δαπάνες για αγορά καυσίμων (σε σχέση με 2008), κυρίως λόγω της τεράστιας πτώσης της τιμής τους, και (...) γιατί έπεσε η ζήτηση κατά 3,1% και επιπροσθέτως γιατί επιτέλους πέρυσι εδέησε ο Υψιστος να βρέξει, άρα χρησιμοποιήσαμε τα υδροηλεκτρικά μας (...) κατά 65% περισσότερο, γλιτώνοντας πανάκριβες αγορές ρεύματος».
Συνεπώς η πολυθρυλούμενη κερδοφορία της ΔΕΗ μπορεί αύριο να μην υπάρχει και σίγουρα θα εξαφανιστεί το 2013, όταν θα πληρώνει η ίδια τους ρύπους που παράγει. Το κόστος αυτό, που υπολογίζεται στο 1,25 δισ. ευρώ ετησίως, αναγκαστικά θα ενσωματωθεί στα τιμολόγια της ΔΕΗ, οπότε θα δούμε κατά πόσο «η Ελλάδα έχει το φθηνότερο ρεύμα».
Ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ εξήγησε γιατί η ΔΕΗ έφτασε στο σημερινό επίπεδο. «Καταληστεύθηκε», είπε κι έφερε σχετικά παραδείγματα: «Δεν ήταν ληστεία να την υποχρεώνουν να τροφοδοτεί επί ζημία ακόμα και τους ανταγωνιστές της που κατέχουν δικές τους μονάδες παραγωγής ρεύματος για άλλες δραστηριότητές τους; Στους κυρίους αυτούς έδιναν τη δυνατότητα να μοσχοπουλούν το ρεύμα των μονάδων τους στο χρηματιστήριο ενέργειας και (...) την ίδια ώρα την ανάγκαζαν [τη ΔΕΗ] να τους το αγοράζει ακριβά και την έβαζαν να τους το ξαναπουλά στη μισή τιμή».
Τα παραδείγματα που έφερε είναι μάλλον αληθή. Κάποια οφείλονται στο γεγονός ότι η ΔΕΗ κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά, οπότε υποχρεώνεται να δώσει «αβάντζο» στους ανταγωνιστές της. Κάποια άλλα οφείλονται στο γεγονός ότι διά της ΔΕΗ το κράτος επιδιώκει ευρύτερους οικονομικούς στόχους (Φωτόπουλος: «Δεν ήταν ληστεία της ΔΕΗ όταν την υποχρέωναν να επιδοτεί τα κέρδη των βιομηχάνων αναγκάζοντάς την να τους δίνει το ρεύμα επί ζημία;»). Και κάποια άλλα σίγουρα οφείλονται στην πανταχού παρούσα διαφθορά.
Ολα αυτά όμως δεν είναι επιχειρήματα κατά της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας. Είναι επιχειρήματα που θα έπρεπε να κάνουν τον πρόεδρο της ΓΕΝΟΠ να παλεύει για την τάχιστη ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ. Διότι εκ των πραγμάτων ο βασικός μέτοχος, που είναι το κράτος, δεν έχει πρώτιστο στόχο την κερδοφορία της επιχείρησης. Ακόμη και σε έναν κόσμο χωρίς διαφθορά, το κράτος αναγκαστικά θα έχει άλλες προτεραιότητες από την υγεία μιας επιχείρησης. Η πλάγια επιδότηση της βιομηχανικής παραγωγής είναι ένα παράδειγμα. Η καταπολέμηση της ανεργίας διά προσλήψεων σε ΔΕΚΟ μπορεί να είναι κάποια άλλη. Εκ των πραγμάτων λοιπόν, μια κρατική επιχείρηση δεν μπορεί να είναι υγιής με όρους αγοράς. Σπανίως θα είναι κερδοφόρος. Κι αυτό μάλλον πρέπει να το γνωρίζει ο κ. Φωτόπουλος.
Οχι» στη βίαιη απελευθέρωση, «ναι» στον δραστικό εκσυγχρονισμό
Tου Τακη Aθανασοπουλου*
Η ΔΕΗ έως και σήμερα λειτουργεί σε ένα περιβάλλον που μεταβάλλεται με πολύ αργούς ρυθμούς και με μια κουλτούρα και πρακτικές που δεν χαρακτηρίζονται από καινοτόμες ιδέες, επιχειρηματικότητα, αποτελεσματικότητα και ευελιξία στους θεσμούς και τις διαδικασίες. Ως αμιγώς κρατική μονοπωλιακή επιχείρηση κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, έχει κληρονομήσει από τη μία πλευρά ένα καθεστώς ιδιαίτερα ευνοϊκών όρων και ρυθμίσεων εργασίας και από την άλλη, λειτουργεί με ελλιπείς κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης που δεν ευνοούν την αποδοτικότητα της Επιχείρησης και την παροχή προστιθέμενης αξίας στον πελάτη. Οι κοσμογονικές για τα δεδομένα της χώρας μας αλλαγές που έχουν αρχίσει να συντελούνται, προμηνύουν ότι σύντομα θα ακολουθήσουν και οι απαιτούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και προσπάθειες που θα οδηγήσουν αφενός μεν στη διαμόρφωση ενός σύγχρονου εργασιακού καθεστώτος και, αφετέρου, σε καλύτερη εταιρική διακυβέρνηση στη ΔΕΗ. Αυτές, κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει να είναι και οι προσπάθειες στις οποίες οφείλουν να εστιάσουν κατά προτεραιότητα η τρόικα και η πολιτεία, ώστε να καταστήσουν τη ΔΕΗ ικανή να ανταποκριθεί με επιτυχία στην πρόκληση της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας προς όφελος όλων των ενδιαφερόμενων μερών, των καταναλωτών, των εργαζομένων της, των μετόχων της, αλλά και της πολιτείας.
Στην αντίθετη περίπτωση, δηλαδή αν προταχθεί η βίαιη απελευθέρωση της αγοράς, όπως προτείνεται από την τρόικα, θα αποδυναμωθεί περαιτέρω η ΔΕΗ και θα καταστεί μη βιώσιμη, με οδυνηρές επιπτώσεις για την οικονομία. Και τούτο διότι οι εναλλακτικοί πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας δεν θα είναι έτοιμοι να καλύψουν αποτελεσματικά το κενό και η χώρα μας δεν έχει την πολυτέλεια να υποστηρίξει μια ακόμα προβληματική επιχείρηση και μάλιστα τέτοιου μεγέθους.
Υπάρχουν ωστόσο κι άλλοι, εξίσου σημαντικοί, λόγοι που συνηγορούν στο να μην αναληφθούν σήμερα πρωτοβουλίες βίαιης απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά πρωτοβουλίες για μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονισμό της ΔΕΗ, καθώς και για τη δραστική αναμόρφωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε να λειτουργεί εύρυθμα.
Πρώτον, σύμφωνα με διεθνείς μελέτες, σε αντίθεση με τους κλάδους των αερομεταφορών και των τηλεπικοινωνιών, όπου η διεθνής εμπειρία έχει δείξει ότι οι καταναλωτές έχουν ωφεληθεί, στον κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας, τα οφέλη της απελευθέρωσης δεν έχουν αποδειχθεί ακόμη.
Δεύτερον, ο ηλεκτρισμός έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ως προϊόν που τον διαφοροποιούν από άλλα προϊόντα δικτύων, όπως το ότι δεν αποθηκεύεται και ως εκ τούτου η προσφορά του πρέπει διαρκώς να είναι ίση με τη ζήτηση. Τα χαρακτηριστικά αυτά δημιουργούν την ανάγκη για μεγάλες και δαπανηρές εφεδρείες παραγωγικού δυναμικού για να εξασφαλίζεται η ασφάλεια εφοδιασμού.
Τρίτον, το μοντέλο χονδρικής αγοράς που έχει επιλέξει η χώρα μας έχει πολλές «ελληνικές» ιδιαιτερότητες, οι οποίες οδηγούν την αγορά σε ανορθόδοξες πρακτικές όπως:
• Οι δηλώσεις με μηδενική τιμή όλων των εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας.
• Η ανυπαρξία διμερών συμβάσεων αγοραπωλησίας ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ παραγωγών και προμηθευτών, που έχει ως αποτέλεσμα οι παραγωγοί να πωλούν την ενέργειά τους στη χονδρική αγορά (στον Διαχειριστή του Συστήματος) και όχι απευθείας στους καταναλωτές, όπου θα μπορούσαν να επιτύχουν καλύτερες τιμές, αλλά με μεγαλύτερο κόπο και ενδεχομένως περισσότερα έξοδα και επιχειρηματικά ρίσκα (marketing, δίκτυο πωλήσεων κ.λπ).
Τέταρτον, εμείς οι Ελληνες έχουμε γαλουχηθεί να θεωρούμε την ηλεκτρική ενέργεια ως ένα αυτονόητο και δεδομένο κοινωνικό αγαθό, αγνοώντας όμως πόσο πολύτιμο και πόσο ακριβό είναι.
Είναι πολύτιμο, διότι, για την παραγωγή του, εξαντλούμε φυσικούς πόρους, όπως ο λιγνίτης, για τη δημιουργία των οποίων η Φύση χρειάστηκε εκατομμύρια χρόνια. Είναι ακριβό διότι, αντί τα οικονομικά οφέλη, που έχουν προκύψει από τη χρήση αυτών των φυσικών πόρων, να έχουν επιμεριστεί και στις επόμενες γενιές, έχουν αφειδώς παρασχεθεί στους καταναλωτές των τελευταίων πενήντα ετών, μέσω του, υπέρ του πρώην κρατικού μονοπωλίου (ΔΕΗ), χαμηλότερου κόστους.
Επιπρόσθετα, δεν υπάρχει πειστική εξήγηση γιατί αυτό το πλεονέκτημα (εάν και εφόσον διατηρηθεί) θα πρέπει, σύμφωνα με την πρόταση της τρόικας, σε ένα μεγάλο ποσοστό να περάσει σε νέους παίκτες.
Τέλος, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι η υπερεπάρκεια ηλεκτρικής ενέργειας το 2009 και 2010 λόγω ενός αριθμού παραγόντων όπως η μείωση της κατανάλωσης, οι νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, η πολύ καλύτερη υδραυλικότητα, καθώς και η περίσσεια ηλεκτρικής ενέργειας στις γειτονικές χώρες, οδήγησε το σύστημα σε χαμηλές τιμές χονδρεμπορικής αγοράς (οριακή τιμή συστήματος). Μερικές φορές μάλιστα, οι τιμές αυτές ήταν χαμηλότερες ακόμη και από το μεταβλητό κόστος λειτουργίας των μονάδων φυσικού αερίου (δηλαδή από το κόστος καυσίμου). Αυτή είναι μια νέα, πρόσκαιρη ίσως, κατάσταση αντίθετη από αυτή που αντιμετώπισε η αγορά το 2007 και το 2008 (ενεργειακή στενότητα). Ανάλογο πρόβλημα, για διαφορετική αιτία, θα αντιμετωπίσουμε μετά το 2013, όταν δεν θα χορηγούνται πλέον δωρεάν δικαιώματα εκπομπής CO2 στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας. Τότε θα αφαιρεθεί πλέον οριστικά το συγκριτικό πλεονέκτημα του εγχώριου λιγνίτη, έναντι των άλλων καυσίμων.
Από τα παραπάνω, είναι φανερό ότι δεν πρέπει να αναληφθούν σήμερα πρωτοβουλίες βίαιης απελευθέρωσης των ανταγωνιστικών δραστηριοτήτων της ΔΕΗ (Ορυχεία και Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας) πριν από:
• Τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου εργασιακού καθεστώτος για την Επιχείρηση,
• Την εξασφάλιση ότι θα λειτουργεί βάσει κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης ικανοποιώντας τις προσδοκίες όλων των ενδιαφερόμενων μερών κατά τρόπο εξισορροπητικό
• Την ολοκλήρωση μιας ενδελεχούς μελέτης για την απελευθέρωση της αγοράς που δεν θα απαντά σε πρόσκαιρα προβλήματα, αλλά σε βάθος δύο τριών δεκαετιών, με βάση το ενεργειακό τοπίο που έχει διαμορφωθεί στην Ευρώπη. Επισημαίνεται ότι μια τέτοια μελέτη μπορεί και πρέπει να ολοκληρωθεί σε λίγους μήνες.
Τέλος, όσον αφορά τις μονοπωλιακές δραστηριότητες της ΔΕΗ, δεν υπάρχει απολύτως καμία δικαιολογία, τόσο για τη χώρα μας όσο και για τη ΔΕΗ να είναι σήμερα το μόνο από τα πρώην μεγάλα κρατικά μονοπώλια της Ευρώπης που δεν έχει κάνει τα αναγκαία βήματα εναρμόνισης με την Ευρωπαϊκή Οδηγία για τον Διαχειριστή Δικτύου Διανομής.
Το μοντέλο εναρμόνισης της γαλλικής EDF για τις μονοπωλιακές δραστηριότητες Μεταφοράς και Διανομής είναι, κατά τη γνώμη μου, το ενδεδειγμένο για τη ΔΕΗ. Είναι αυτό που θα εξασφαλίσει τη διαφανή και αποτελεσματική λειτουργία των δικτύων Μεταφοράς και Διανομής με το χαμηλότερο κόστος για τον καταναλωτή.
* Ο κ. Τάκης Αθανασόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιά, πρώην πρόεδρος της ΔΕΗ.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment